Απαιτούνται σημαντικά βήματα για την επιτυχή εφαρμογή του προς όφελος των οικογενειών παιδιών με αναπηρίες.
Στην επικοινωνιακή «παρέλαση» της κυβέρνησης προεκλογικά σχετικά με τη δήθεν εθνική στρατηγική για την αναπηρία, αναφέρθηκε η βουλεύτρια Α’ Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και τομεάρχης Κοινωνικής Συνοχής και Πρόνοιας Κατερίνα Νοτοπούλου τονίζοντας πως αν η κυβέρνηση είχε κάνει διαβούλευση, σήμερα θα υπήρχαν πολύ χρήσιμα στοιχεία σχετικά με την εφαρμογή του μοντέλου της οικογενειοκεντρικής πρώιμης παρέμβασης για παιδιά με αναπηρίες ή αναπτυξιακές διαταραχές.
Μιλώντας στην Υποεπιτροπή ΑμεΑ της ΕΜΕ Ισότητας Νεολαίας και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, μίλησε για την αξία του μοντέλου αυτού, τονίζοντας πως αυτό ενδυναμώνει όλη την οικογένεια του παιδιού με αναπηρίες, ενώ η πρώιμη διάγνωση και παρέμβαση είναι καθοριστική για τη μελλοντική ανάπτυξη των παιδιών.
Ωστόσο, παρά τα όποια βήματα έχουν γίνει, δυόμιση χρόνια μετά τη θέσπιση του πιλοτικού προγράμματος Πρώιμης Παιδικής Παρέμβασης, το οποίο εντάχτηκε στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας με προϋπολογισμό ύψους 35 εκ. €, με Υπουργείο ευθύνης το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και πλέον το ΥΚΟΙΣΟ ακόμη μέχρι σήμερα δεν έχει προχωρήσει η εφαρμογή του.
Η Κατερίνα Νοτοπούλου ζήτησε ενημέρωση σχετικά με τα επόμενα βήματα εφαρμογής του καθώς υπήρχε μια δέσμευση από την απερχόμενη Υπουργό κ. Ζαχαράκη ότι αυτό θα γίνει το Β΄εξάμηνο του 2025.
Επιπλέον, έθεσε κρίσιμα ερωτήματα σχετικά με τη χρηματοδότηση του προγράμματος μετά τη λήξη του ΤΑΑ, αν έχει δημιουργηθεί το προβλεπόμενο Ηλεκτρονικό Μητρώο Παρόχων Πρώιμης Παιδικής Παρέμβασης ή έστω το προσωρινό Μητρώο προεγγραφής.
Έθεσε προβληματισμούς, σχετικά με τους παρόχους που έχουν εγγραφεί ανά την Ελλάδα και ενδεικτικά αναφέρθηκε σε μερικά από τα ζητήματα που απαιτούν άμεση λύση όπως προβλήματα χρηματοδότησης, έλλειψης συντονισμού, περιορισμένης πρόσβαση καθώς και έλλειψης εκπαιδευμένων επαγγελματιών.
Η τομεάρχης Κοινωνικής Συνοχής και Πρόνοιας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έκανε ακόμη λόγο για έλλειψη Συστηματικής Στρατηγικής και Συντονισμού.
«Δεν υπάρχει» τόνισε, «μια συνεκτική, ολοκληρωμένη στρατηγική για την πρώιμη παρέμβαση σε εθνικό επίπεδο» με αποτέλεσμα συχνά, οι διάφοροι φορείς (υγειονομικοί, εκπαιδευτικοί, κοινωνικοί) να λειτουργούν χωρίς την αυτονόητη συνεννόηση και συνεργασία.
«Η έλλειψη ενιαίου μηχανισμού για την καταγραφή, παρακολούθηση και συντονισμό των προγραμμάτων πρώιμης παρέμβασης προκαλεί σύγχυση και αναποτελεσματικότητα. Πολυδιάσπαση των υπηρεσιών».
Η Κατερίνα Νοτοπούλου αναφέρθηκε ακόμη στις λίστες αναμονής αλλά και στην ανεπαρκή προσβασιμότητα ιδιαίτερα στα δημόσια ΚΕΔΑΣΥ και κέντρα ψυχικής υγείας, με το πρόβλημα να είναι ακόμη μεγαλύτερο σε αγροτικές και νησιωτικές περιοχές όπου δεν υπάρχουν επαρκείς ή και καθόλου υπηρεσίες πρώιμης παρέμβασης.
Ένα επιπλέον σημαντικό ζήτημα το οποίο εντοπίζεται είναι το γεγονός ότι παρά το ότι η Ελλάδα διαθέτει επαγγελματίες ψυχικής υγείας και ειδικούς παιδαγωγούς, στον τομέα της πρώιμης παρέμβασης δεν επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες του πληθυσμού.
Οι δε δάσκαλοι και οι εκπαιδευτικοί που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της παρακολούθησης των παιδιών δεν έχουν πάντα την εκπαίδευση ή την υποστήριξη που χρειάζονται για να αναγνωρίσουν και να διαχειριστούν τις μαθησιακές ή αναπτυξιακές δυσκολίες.
Η βουλεύτρια του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ μίλησε ακόμη για τη δυσκολία στην εφαρμογή διαφορετικών μοντέλων παρέμβασης κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στα ψυχομετρικά εργαλεία. Όπως είπε, για την πρώιμη διάγνωση χρειάζονται σταθμισμένα διαγνωστικά ψυχομετρικά εργαλεία. Αυτό σημαίνει ότι έχουν συλλεχθεί ελληνικά δεδομένα για να προσδιοριστούν τα φυσιολογικά όρια και η αξιοπιστία/εγκυρότητα του εργαλείου στο συγκεκριμένο πληθυσμό.
Στη χώρα μας, όμως, δεν υπάρχουν πολλά σταθμισμένα σε ελληνικό πληθυσμό γι' αυτό συχνά απαιτείται συνδυασμός εργαλείων και επαγγελματική κρίση. Τα δε ΚΔΑΥ-Κέντρα Διάγνωσης, Αξιολόγησης και Υποστήριξης, τόνισε, δυστυχώς, δεν έχουν όλα τα ψυχομετρικά εργαλεία που χρειάζονται.
Η Κατερίνα Νοτοπούλου, επανέλαβε τους σημαντικούς προβληματισμούς σχετικά με το νέο πρόγραμμα ΑΘΗΝΑ επισημαίνοντας γι’ ακόμη μια φορά ότι δεν προηγήθηκε στοιχειώδης διάλογος, ούτε η απαραίτητη πληροφόρηση των ενδιαφερομένων, εμπλεκομένων φορέων, με αποτέλεσμα το πρόγραμμα να μην κινείται στην κατεύθυνση της εφαρμογής ενός ολοκληρωμένου, παιδαγωγικού πλαισίου προσχολικής αγωγής.
Η χώρα μας, χρειάζεται ένα συστηματικό και πολυεπίπεδο σχέδιο δράσης, που να εστιάζει όχι μόνο στο παιδί, αλλά και στην ενδυνάμωση ολόκληρης της οικογένειας, με σκοπό τη μετάβαση από θεωρητικές διακηρύξεις σε βιώσιμες πρακτικές εφαρμογές.